Η σαρανταπεντάχρονη Αγγέλα, ανεβαίνει στην ταράτσα του σπιτιού της αναζητώντας τη λύτρωση στον θάνατο. Στα ελάχιστα λεπτά που τη χωρίζουν απ' αυτόν, ανασαίνει τον καθαρό αέρα, αναδρομώντας τη ζωή της· ψηλαφεί περίλυπη τον τοίχο της αδικίας που χτίστηκε από την αδυναμία της μητέρας της να δικαιολογήσει τη δική της ζωή και ν' αποδεχτεί την πραγματικότητα των χαμένων της ονείρων... Ο νους της, ώριμος πλέον, αναζητά τους λόγους της κατάφωρης δυνάστευσης που υπέστη, στο όνομα ενός μικροαστικού καθωσπρεπισμού, τον οποίο υποχρεωνόταν να υπηρετεί απαρέγκλιτα σε όλα της χρόνια. Στο τέλος της ιστορίας, η αποκάλυψη ενός ακόμα μυστικού, θα αποτελέσει την αιτία που θα την κάνει να ατενίζει το κενό με αγάπη.
Κι όμως... η τελευταία λέξη από τα χείλια της δεν είχε ειπωθεί κι αυτό, γιατί αντιλαμβάνεται όψιμα τα δικαιώματα που κατέχουν όλοι εκείνοι που έχουν αποφασίσει να δώσουν τέλος στη ζωή τους